Αφιέρωμα στην εφημερίδα:
«…και βέβαια όταν αυτός ο ταπεινός διαβάτης, αυτό το παιδί που ρέμβαζε, τα κοίταζε για ώρα πολλή κι επίμονα -με τον τρόπο που κοιτάζει έναν βασιλιά ένας χρονικογράφος χαμένος μέσα στο πλήθος- αυτή η γωνιά της φύσης, αυτό το κομμάτι του κήπου δεν θα μπορούσαν να σκεφτούν πως χάρη σε εκείνον θα ήταν δυνατό να επιζήσουν με τις πιο εφήμερες ιδιοτυπίες τους· κι όμως αυτό το άρωμα της ασπραγκαθιάς που τριγυρνάει από λουλούδι σε λουλούδι σε όλο το φράχτη, όπου οι αγριοτριανταφυλλιές θα το αντικαταστήσουν σε λίγο, ο κρότος από βήματα χωρίς αντίλαλο πάνω στο χαλίκι μιας αλέας, μια φυσαλίδα που σχηματίζει πλάι σε ένα υδρόβιο φυτό το νερό του ποταμιού και σκάει αμέσως, όλα τούτα η έξαρση μου τα κράτησε και κατόρθωσε να τα κάνει να περάσουν μέσα από τόσα διαδοχικά χρόνια, ενώ ολόγυρα τα μονοπάτια έσβησαν και πέθαναν αυτοί που τα πάτησαν και η ανάμνηση αυτών του τα πάτησαν».
Μαρσέλ Προυστ, Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο,
μετάφραση Παύλος Α. Ζάννας
Ο Ντανιέλ Μπενσαϊντ, που πέθανε την περασμένη Τρίτη σε ηλικία 63 ετών (…και να που τώρα πρέπει να γράφουμε και γι’ αυτόν σε χρόνο Αόριστο, σε αυτόν τον πιο Μέλλοντα απ’ όλους τους χρόνους), υπήρξε όχι μόνο ένας μεγάλος μαρξιστής φιλόσοφος αλλά μια από τις εξέχουσες μορφές του ευρωπαϊκού επαναστατικού κινήματος. Ο χαρακτηρισμός “οργανικός διανοούμενος” που βρίσκουμε σε πολλές νεκρολογίες, μοιάζει να μη διαθέτει πλήρη ερμηνευτική επάρκεια: Ο Μπενσαϊντ δεν ήταν απλά ένας διανοητής που εξόπλισε θεωρητικά το επαναστατικό κίνημα, αλλά, πολύ περισσότερο, ένας από αυτούς που το διαμόρφωσαν.
Ένας άνθρωπος της δράσης
Η βιογραφία του Μπενσαϊντ είναι ταυτισμένη με την ιστορία της γαλλικής Άκρας Αριστεράς και του διεθνούς τροτσκισμού. Το 1966 (μαζί με τους Κριβίν, Ρουσέ και Βεμπέρ) ανήκει στην ομάδα των νεαρών κομμουνιστών που αποχωρούν από τη Νεολαία του Γαλλικού ΚΚ για να δημιουργήσουν τη JCR (Επαναστατική Κομμουνιστική Νεολαία). Μέλος του Κινήματος 22 Μάρτη, θα γίνει κεντρική φιγούρα του Μάη του ’68. Το 1969 η JCR θα συγχωνευτεί με το Διεθνιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα για να δημιουργήσουν την Κομμουνιστική Λίγκα. Έκτοτε, ο Μπενσαίντ θα είναι σταθερά ο θεωρητικός της Λίγκας, καθώς και ένας από τους ηγέτες της 4ης Διεθνούς. Τον Ιούνιο του 1973 η Κομμουνιστική Λίγκα τίθεται εκτός νόμου, και τη θέση της παίρνει η Κομμουνιστική Επαναστατική Λίγκα. Το 1976 ο Μπενσαϊντ γίνεται αρχισυντάκτης της βραχύβιας καθημερινής έκδοσης της Rouge (οργάνου της Λίγκας). Ταυτόχρονα, ως μέλος της Γραμματείας της 4ης Διεθνούς, θα ταξιδέψει σχεδόν παντού στον κόσμο, πάντα στην πρώτη γραμμή της τροτσκιστικής περιπέτειας, από τη σφαγή των Αργεντίνων αγωνιστών μέχρι τη ίδρυση του PT στη Βραζιλία. Στη δεκαετία του ’80, δεκαετία της επαναστατικής άμπωτης και του θριαμβεύοντος μιτερανισμού, θα δώσει όλες τις δυνάμεις του στη διατήρηση της οργανωμένης επαναστατικής Αριστεράς και την ιδεολογική αντιπαράθεση με τον επανακάμπτοντα φιλελευθερισμό. Στη δεκαετία του ’90 στηρίζει τις προσπάθειες ανασύνθεσης της Αριστεράς, με ταυτόχρονη οριοθέτηση της από τη νεοφιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία. Αν και πάντοτε ανοιχτός στο νέο, είτε πρόκειται για τις επιτροπές ανέργων είτε για τα κοινωνικά φόρουμ, θα επιμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του στην αναγκαιότητα του κόμματος, όντας πολέμιος της “αυταπάτης του κοινωνικού” (όπως παλιότερα κριτίκαρε την “αυταπάτη του πολιτικού”). Ιδεολογικός μέντορας του Ολιβιέ Μπεζανσνό, θα κλείσει την πολιτική δράση του με την ίδρυση του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος (NPA).
Ένας μαρξιστής φιλόσοφος
Από το 1990, οπότε και αρχίζει η μακρά πάλη με την αρρώστια, αναγκάζεται να αποσυρθεί από τα καθημερινά πολιτικά καθήκοντα (ποτέ όμως από την ενεργό πολιτική), για να αφιερωθεί στη γραφή. Ακολουθεί ένας καταιγισμός φιλοσοφικού και πολιτικού λόγου (πάνω από είκοσι βιβλία και εκατοντάδες άρθρα) που θα τον κάνει ένα από τους πιο σημαντικούς μαρξιστές φιλόσοφους της εποχής μας. Αν και είχε δημοσιεύσει φιλοσοφικές και πολιτικές εργασίες ήδη από τη δεκαετία του ‘70, και πολλά από αυτά που δημοσιεύτηκαν στη δεκαετία του ‘90 ήταν παλιότερες επεξεργασίες, εντούτοις, ο τεράστιος όγκος δημοσιεύσεων των τελευταίων είκοσι χρόνων μπορεί να μάς οδηγήσει στην υπόθεση ότι η ακατάβλητη επιμονή του στη γραφή ήταν τελικά και ο δικός του τρόπος να ξανακερδίσει το χρόνο που έμοιαζε τελεσίδικα χαμένος, μια υπαρξιακή χειρονομία που τον συνέδεσε με όλους εκείνους που στο παρελθόν έδωσαν με όλες τους τις δυνάμεις μάχες εκ των προτέρων χαμένες. Δεν αγωνιζόμαστε για τις μελλοντικές γενιές, αλλά για εκείνους που αρνήθηκαν το “δίκαιο των νικητών” και χάθηκαν στη λήθη· γράφουμε για να μείνουν ζωντανοί ο Βίκτορ Σερζ και ο κήπος του Κομπραί.
Ο Στάθης Κουβελάκης, στενός συνεργάτης του Μπενσαϊντ στην επιθεώρηση Contretemps, θεωρεί βασικά σημεία του φιλοσοφικού στοχασμού του «την κριτική του ιστορικού θετικισμού αλλά ταυτόχρονα και της ροπής προς την τελεολογία του παραδοσιακού μαρξισμού. Επιπλέον, το αστάθμητο «μεσσιανικό»συμβάν μαζί με μια ισχυρή («λενινιστική») έννοια της πολιτικής ως στρατηγικής. Τα δύο αυτά επίπεδα θεμελιώνουν το δόκιμο της έννοιας (και όχι απλά της «ιδέας»όπως υποστηρίζει ο Μπαντιού) του κομμουνισμού ως επανάσταση και ως διακριτή πολιτική πρακτική».
Σε μια εποχή γενικής διάλυσης της Αριστεράς και άτακτης υποχώρησης του μαρξισμού, ο Μπενσαίντ θα επιμείνει ότι «παρά τις αισχρότητες που έχουν διαπραχθεί στο όνομα του, ο κομμουνισμός είναι ακόμα η λέξη η πιο δίκαιη, η πιο φορτισμένη με μνήμη, η πιο ακριβής, η πιο ικανή να ονοματίσει τα ιστορικά διακυβεύματα της εποχής». Ωστόσο, αρνείται την καταφυγή στην ασφάλεια ενός επαναστατικού οπτιμισμού που απορρέει από μια υποτιθέμενη λογική της Ιστορίας. Στρέφει την προσοχή του στους ηττημένους, αλλά ανυπότακτους, σε όσους επέμειναν στην απόφαση τους, σε πείσμα των καιρών. Ζαν ντ’Αρκ, Μπένγιαμιν, Πεγκί, Μπλανκί. «Δανεισμένες από τον Μπλανκί, τον Προυστ, τον Μπένγιαμιν, οι έννοιες της αναμονής, της αναπόλησης, της αλλαγής κατεύθυνσης, συνθέτουν μια καινούργια αναπαράσταση της Ιστορίας. Προσδένουν την αναγκαιότητα των ιστορικών προσδιορισμών στην ενδεχομενικότητα του συμβάντος κι επιτρέπουν να αρπάξεις στον αέρα την ευκαιρία μιας συγκυρίας».Απουσία των όποιον νομοτελειών ή μιας κατά φαντασία τελικής ιστορικής κρίσης, «αντιμέτωπη με την αβεβαιότητα του αποτελέσματος της, η πολιτική απόφαση ενδύεται αναπόφευκτα τη μορφή του στοιχήματος. Γίνεται μελαγχολικό αυτό το στοίχημα, όταν το αναγκαίο και το εφικτό αποκλίνουν».
Το 1995 εκδίδονται τα δύο σημαντικότερα βιβλία του: Marx l’intempestif (Μαρξ, ο παράκαιρος) και La discordance des temps (Η ασυμφωνία των χρόνων). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για συλλογές των μαθημάτων για τον Μαρξ που έκανε για δεκαπέντε χρόνια στο πανεπιστήμιο Παρίσι 8 (σε ένα πανεπιστήμιο του οποίου η αξία στο αγοραίο ακαδημαϊκό χρηματιστήριο είναι αντιστρόφως ανάλογη με την πνευματική παραγωγή του). «Μπροστά στις προκλήσεις του νέου αιώνα, η άνθιση «χιλίων μαρξισμών»διαλύει το μύθο ενός ομογενούς δόγματος, που θα διέσχιζε την Ιστορία σαν ανοξείδωτη λάμα. Εάν, ωστόσο, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «μαρξισμό»στον ενικό, θα έπρεπε να τον αντιληφθούμε μάλλον σαν αρχιπέλαγος διαμαχών, εικασιών, αρνήσεων, εμπειριών, την ιστορία των οποίων διηγείται, διαλευκάνοντας τα μυστήρια και τα θαύματα του κεφαλαίου. Μη δογματική, αυτή η κριτική θεωρία τρέφεται διαρκώς από τους κοινωνικούς αγώνες και πρακτικές, την απρόσωπη λογική των οποίων ξεκαθαρίζει. Το ζήτημα, λοιπόν, θα ήταν να ξέρουμε εάν υπάρχει ακόμα, μέσα σε αυτήν την αστραφτερή πολλαπλότητα των χιλίων μαρξισμών, ένας κοινός παρονομαστής που δικαιολογεί το γενικό όνομα που διεκδικούν ακόμα. Ένας πολύ γενναιόδωρος πολλαπλασιασμός των «μαρξισμών», θα μπορούσε να οδηγήσει απλά στην πλήρη διάλυσή τους σε μια μικροβιακή καλλιέργεια χωρίς επινοητικό σφρίγος και πρακτική ορθότητα». Αν και ο μαρξισμός του Μπενσαϊντ είναι αταλάντευτα μια φιλοσοφία της πράξης, κι εντάσσεται σε μια ορισμένη τροτσκιστική παράδοση, εντούτοις, η απομάκρυνση του από τον ιστορικό θετικισμό και τον κοινωνιολογικό “αντικειμενισμό” του Μαντέλ, καθώς και η συνάντηση του με τη σκέψη φιλοσόφων όπως ο Μπένγιαμιν, συγκροτούν μια νέα κατεύθυνση αυτής της παράδοσης. Η φιλοσοφία του Μπενσαϊντ είναι αναμφίβολα μια αναζήτηση στρατηγικής για το χειραφετησιακό πρόταγμα, που αρνείται όμως τις ευκολίες και τις απλουστεύσεις, αναζητώντας την αλήθεια της στην απόχρωση και τη λεπτομερειακή επεξήγηση.
Φόροι τιμής
Στο φόρο τιμής που του αποδίδει ο Σλαβόι Ζίζεκ, γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην αγάπη του για τον Πασκάλ και τη βαθιά του γνώση της μεγάλης γαλλικής κουλτούρας. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε την επίμονη φροντίδα για το πολύ προσωπικό, λογοτεχνικό θα λέγαμε, ύφος της γραφής του, καθώς και μια ορισμένη ποιητική ματιά στα πράγματα, μια σκέψη στη βάση αλλεπάλληλων συνειρμών, που θα μπορούσαν να καταρρίψουν πλήρως τα στερεότυπα για το πώς πρέπει να είναι οι μαρξιστές φιλόσοφοι και, ακόμα περισσότερο, οι επαναστάτες ηγέτες. Παρά το τεράστιο έργο του, παρά τα είκοσι χρόνια που κέρδισε παλεύοντας σελίδα με τη σελίδα, τίποτα δεν μπορεί να μετριάσει το αίσθημα ερήμωσης που αφήνει ο θάνατος του. Ο Bensa ήταν σπάνιος τύπος, και είναι απολύτως βέβαιο ότι όταν θα φτάσουμε να αντιμετωπίσουμε κι εμείς τον δικό μας μελλοντικό αόριστο, θα μας γεμίζει ακόμα περηφάνια το ότι υπήρξαμε μαθητές του.
____________________________________
Γιάννης Αλμπάνης
«Να απαλλαγούμε από τα φετίχ της θρησκείας της Ιστορίας»
Ακολoυθούν αποσπάσματα από συνέντευξη που έδωσε ο Daniel Bensaid στον Andre Perez (http://www.publico.es), στις 2 Οκτωβρίου. Το πλήρες κείμενο βρίσκεται στο www.indy.gr.
*«Εγκώμιο στην κοσμική πολιτική»; Είναι ένα τίτλος που ακούγεται αρκετά μυστηριώδης. Περί τίνος πρόκειται;
-Ωωω! Μοιάζει μυστηριώδης;
*Τουλάχιστον σε μένα.
-Ωραία, ας πάρουμε τα πράγματα με μια σειρά. Το εν λόγω βιβλίο είναι πρώτα απ’ όλα ένα εγκώμιο, πολύ απλά, στην πολιτική. Στην πραγματική πολιτική ενάντια στην τρέχουσα πραγματικότητα, δηλαδή όπως το είχε διατυπώσει και η Χάνα Άρεντ, σ’ εκείνον τον μηχανισμό της αγοράς που διοικείται από μια πολιτική εξουσία-διαχειριστή, χωρίς αληθινό πλουραλισμό. Το εν λόγω βιβλίο όμως, πλάθει εξίσου και το εγκώμιο στην κοσμική πολιτική, ενάντια στην άνοδο κάθε λογής θρησκευτικότητας στην πολιτική. Αυτή η αναβίωση του θρησκευτικού εμφανίζεται με τη μορφή της σταυροφορίας του καλού ενάντια στο κακό, υπό την καθοδήγηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Και στην Ευρώπη, όμως, αυτή η τάση εμφανίζεται εξαιρετικά ισχυρή. Με επικεφαλής το Νικολά Σαρκοζί να επιδιώκει να δώσει έναν νέο ορισμό στην Ευρώπη με αναφορά στις χριστιανικές της καταβολές αποκλείοντας την Τουρκία. Υπάρχει , όμως, και ένα τρίτο παράδειγμα. Δεν γνωρίζω αν συμβαίνει στην Ισπανία, αλλά στη Γαλλία, το θρησκευτικό λεξιλόγιο διεισδύει όλο και περισσότερο στο νομικό (λεξιλόγιο). Ο καταδικασμένος δεν οφείλει μόνον να εκτίσει την ποινή του, αλλά και να δηλώσει ότι έχει επιστρέψει στον ίσιο δρόμο. Είναι κάτι που δεν προέρχεται από το Δίκαιο, αλλά από τη Θρησκεία.
*Υπαινίσσεστε, όμως, ότι το θρησκευτικό έχει αλώσει και το πεδίο της κριτικής.
-Ναι, η θρησκευτική διάσταση είναι φανερή και στους διανοούμενους, όπως ο Τόνι Νέγκρι με τις αναφορές του στον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Ο Μπαντιού επίσης, έχει κάτι το θρησκευτικό στη θεωρία του συμβάντος και την απρόσμενη εισβολή του «πιθανού» από το τίποτα. Το θρησκευτικό απλώνεται παντού, ιδίως ανάμεσα στο λαό, όπως λέτε, με την απώλεια του ταξικού πνεύματος. Η νεοφιλελεύθερη επίθεση πέτυχε να καταστρέψει μια σειρά σχέσεων αλληλεγγύης θεμελιωμένων στο ταξικό πνεύμα. Πρόκειται για μια υποχώρηση στην οποία, ακόμη, δεν έχουμε απαντήσει. Βλέπουμε να ανθούν σχέσεις αλληλεγγύης θρησκευτικού και κοινοτιστικού περιεχομένου. Στη Γαλλία, μιλάμε πολύ για το θέμα της ισλαμικής μαντήλας, αλλά, στην πραγματικότητα, αυτή η κοινοτιστική αναδίπλωση είναι εξίσου υπαρκτή και στους κόλπους της εβραϊκής κοινότητας.
*Με τη συμβολή των Μπένγιαμιν, Άρεντ, και Σμιτ κάνετε την ακτινογραφία της σύγχρονης κυριαρχίας. Εν συνεχεία, ερευνάτε τους πόλους αντίστασης προκείμενου να θέσετε εκ νέου την Ιστορία στην τροχιά της χειραφέτησης. Είστε απαισιόδοξος ή αισιόδοξος;
-Αυτό που επιχειρώ είναι να αναλύσω με διαύγεια την πολιτική περίοδο. Όλα αυτά που ζούμε σήμερα είναι συνέχεια της ήττας που δεχτήκαμε τη δεκαετία του 80, όπου η ιδέα της χειραφέτησης εξαφανίστηκε. Αλλά, όμως υπάρχει ένα σημείο καμπής στις ιδέες, στα τέλη της δεκαετίας του 90 με το κίνημα της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης (altermondialiste), το οποίο συσπειρώνει κάποιες χιλιάδες ανθρώπους και φτιάχνει και φόρουμ. Νομίζω ότι όλα αυτά τα γεγονότα - κλειδιά μας οδήγησαν σε μια ουτοπική στιγμή, δηλαδή σε ιδέες χειραφέτησης που δεν αναμετριούνται με την πρακτική εφαρμογή του πιθανού. Εξ’ ου και κάνουμε χρήση και κατάχρηση μιας σειράς όρων όπως «εναλλακτική» , «άλλη»…», «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός», « η άλλη αριστερά», «η άλλη καμπάνια»… Το να αποφεύγουμε να ορίσουμε τα πράγματα, είναι ένα σημάδι έλλειψης ωριμότητας. Δεν είμαι ούτε απαισιόδοξος, ούτε αισιόδοξος. Νομίζω ότι πρέπει να ξεπεράσουμε αυτό το στάδιο και να ορίσουμε μια στρατηγική.
*Τι πρόκειται να συμβεί;
-Οφείλουμε να εισαγάγουμε μια νέα ιδέα, την οποία άλλωστε έχει διατυπώσει ο Μαρκούζε από τη δεκαετία του 60: Είναι δυνατόν να έρθουμε σε ρήξη με τον ενάρετο κύκλο της κυριαρχίας; Με μια κοινωνία της κατανάλωσης ολοένα πιο εμονικής και ανήσυχης, με μια κοινωνία του θεάματος που ακόμα δεν έχει προσχωρήσει στο σενάριο της εικονικής κοινωνίας…είμαι ανήσυχος και σκέφτομαι ότι πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε φόρμουλες εξόδου. Οι αντιστάσεις από μόνες τους δεν αρκούν. Πρέπει να τις φέρουμε σε επαφή με μια ή και περισσότερες πολιτικές δυνάμεις.
*Μάλιστα…γι’ αυτό συμμετέχετε στο NPA, στο κόμμα του Ολιβιέ Μπεζανσνό;
-Θα το επαναλάβω: μια ή περισσότερες πολιτικές δυνάμεις, καθώς η πρωτοτυπία του σήμερα συνίσταται στην ανάδυση ριζοσπαστικών και ανασυσταθέντων αριστερών δυνάμεων, ικανών να καταλάβουν την εξουσία - όπως άλλωστε είδαμε να συμβαίνει στη Λατινική Αμερική. Αν αναλογιστούμε τις ιστορικές ήττες που ζήσαμε τον 20ο αιώνα, -με τις αρτηριοσκληρωτικές και γραφειοκρατικοποιημένες αριστερές να λειτουργούν ως βοηθητικός παράγοντας στην επέλαση του φιλελεύθερου αυταρχισμού- αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι σημαντικό. Στη Γαλλία, το NPA είναι το μέτωπο της αριστεράς. Στη Γερμανία είναι η Die Linke. Ομοίως στην Πορτογαλία και στην Ελλάδα, σημειώνεται άνοδος μιας ριζοσπαστικής αριστεράς, με τις σοσιαλδημοκρατίες να βρίσκονται σε κατάσταση πλήρους παρακμής και τις αριστερές των μηχανισμών σε κίνδυνο. Για την Ασία, έχουμε λιγότερες πληροφορίες αλλά η υποχώρηση του μαχητικού μαοϊσμού απελευθερώνει δυνάμεις για μια νέα εναλλακτική λύση.
*Για ποιους λόγους να αγωνιζόμαστε;
-Στο παρελθόν, είχαμε μια θρησκεία της Ιστορίας που μας έλεγε: Θα υπάρξει ένας τελικός αγώνας τον οποίο, απαραιτήτως, θα κερδίσουμε. Σήμερα, πρέπει να απαλλαγούμε από τα φετίχ αυτής της θρησκείας της Ιστορίας αποδεχόμενοι την αβεβαιότητα και υιοθετώντας μια κοσμική πολιτική ως τέχνη της στρατηγικής.
*Ακούγοντας το Σαρκοζί δεν σας γεννάτε η επιθυμία να τον αποκαλέσετε σύντροφο;
-Αυτό που τον συγκρατεί (στην εξουσία) είναι ο φιλελεύθερος αυταρχισμός του. Για έναν λόγο ουσίας: η ανεργία είναι πλέον διαρκείας. Κανείς δεν γνωρίζει το πώς οι σύγχρονες κοινωνίες θα αντιδράσουν καθώς δεν υπάρχει πλέον ούτε απόθεμα αγροτικών επαγγελμάτων, ούτε δομές οικογενειακής αλληλεγγύης. Αν μεταβούμε στα χρόνια της κρίσης της δεκαετίας του ’30, στη Γαλλία, το 35% του πληθυσμού ήταν αγροτικός. Ήταν δυνατόν να απορροφηθούν κάποιοι κραδασμοί. Σήμερα, οι κοινωνίες μας είναι κοινωνίες μισθωτών σε ποσοστό 90%. Πώς είναι δυνατόν να αντιδράσουν αυτές οι κοινωνίες με όρους παραβατικότητας και αστικοποίησης;
Δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο, από το να επιμείνουν στον φιλελεύθερο αυταρχισμό τους. Η μεγάλη επινόηση μιας ανάκαμψης με όρους Κεϋνσιανισμού δεν μπορεί να λειτουργήσει. Ολοκληρώνω, ξανά, την προσεχτική ανάγνωση του Κέινς. Λέει, ότι προϋπόθεση για να λειτουργήσει η ανάκαμψη είναι η ύπαρξη ενός ομογενοιποιημένου οικονομικού χώρου, ούτως ώστε τα δημόσια κεφάλαια να μπορέσουν γρήγορα να κινηθούν.
*Ποιες είναι οι μορφές, αυτού που αποκαλούμε βιοεξουσία;
-Η βιοεξουσία, σύμφωνα με το Φουκό, είναι η γενίκευση του διάχυτου ελέγχου στον άνθρωπο. Από τις κάμερες και τις βιντεοσκοπήσεις, μέχρι και το εισιτήριο του μετρό, το γεγονός ότι οι άνθρωποι αποδέχονται και εσωτερικεύουν τον καταναγκασμό να πληρώνουν αντίτιμο τις ώρες της κυκλοφοριακής συμφόρησης προκειμένου να πάνε στη δουλειά τους, αλλά και το ότι αποδέχονται να προσπορίζονται κέρδη εποικίζοντας τον ελεύθερο πνευματικό μας χώρο και βομβαρδίζοντας μας με διαφημίσεις, τις οποίες πληρώνουμε…Όλα αυτά, είναι μορφές βιοεξουσίας, είναι μια διάχυτη τυραννία, κατά πάσα πιθανότητα πιο διεισδυτική από την πάλαι ποτέ, πειθαρχία.
*Θέλετε να πείτε ότι οι συλλογικότητες που σχηματίζονται για να ξεφύγουν από τις βιντεοσκοπήσεις, δεν χρησιμεύουν σε τίποτα;
-Όχι, όχι, το αντίθετο. Σέβομαι όλες τις πρακτικές αντίστασης. Είναι η βάση αυτής της ζύμωσης της ουτοπίας, του σχεδίου, είναι η προϋπόθεση των πάντων. Το πρόβλημα ανακύπτει από εκείνους που θεωρητικοποιούν αυτούς τους πειραματισμούς προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που είναι αναγκαία. Δεν λέω χρειαζόμαστε το NPA ή τίποτα. Το NPA δεν είναι παρά μόνο ένα στάδιο. Λέω πως αν η κρίση είναι βαθιά, όπως πιστεύω, όλο το πολιτικό τοπίο, συνδικαλιστικό και κοινωνικό θα υποστεί ισχυρές, σεισμικές δονήσεις. Σε δέκα χρόνια, δεν θα έχουμε πλέον, το ίδιο τοπίο.